Η ξέφρενη Αποκριά που οδηγεί στην κατανυκτική Σαρακοστή

Η Αποκριά είναι μία περίοδος ξέφρενου γλεντιού και ευφάνταστων μεταμφιέσεων. Η συνηθισμένη τάξη των πραγμάτων καταρρίπτεται. Κάτω από την ασφάλεια της μάσκας και της μεταμφίεσης οι άνθρωποι ξεχνούν για λίγο τον εαυτό τους και γίνονται ένα ανώνυμο κομμάτι της κοινότητας που επιδίδεται σε φαγοπότια και γλέντια, στα οποία κυριαρχούν το σατιρικό και άσεμνο στοιχείο.

Πολλοί λαογράφοι υποστηρίζουν ότι οι Αποκριές αποτελούσαν στην αρχαία Ελλάδα -ίσως και παλιότερα- μία διαβατήρια τελετή – δηλαδή μία τελετή που συνδέεται με κάποια μετάβαση- για το καλωσόρισμα της άνοιξης. Σκοπός των μεταμφιέσεων, των χορών και των ασύδοτων γευμάτων είναι η καρποφορία της γης. Το ξύπνημά της από τον βαρύ και άγονο χειμώνα και η μετάβασή της στην άνοιξη, με την ανθοφορία και τους καρπούς. 

Βασικό συστατικό στοιχείο των μαγικών τελετών -που είναι άμεσα σχετιζόμενες με τη διονυσιακή λατρεία- είναι οι μεταμφιέσεις. Όπως αναφέρεται στη βιβλιογραφία, σκοπός των μεταμφιέσεων είναι να φοβίσουν ή να εξευμενίσουν τα πνεύματα που θέλουν να βλάψουν την καρποφορία. Σε πολλές περιοχές της χώρας μας οι μεταμφιέσεις περιλαμβάνουν και κουδούνια, των οποίων ο ήχος πιστεύεται ότι κρατάει μακριά τα κακά πνεύματα. Η μάσκα και η μεταμφίεση βέβαια -μέσω της ανωνυμίας που εξασφαλίζουν στον καθένα- προωθεί και την απόλυτη ελευθεριότητα: στη συμπεριφορά αλλά και στον λόγο. Έτσι, τις μέρες αυτές η Παράδοση θέλει τους ανθρώπους να γλεντάνε χωρίς όρια, να μιλάνε άσεμνα και με βωμολοχίες και να τραγουδάνε τα αθυρόστομα τραγούδια της Αποκριάς. Ίσως με αυτό το οργιαστικό γλέντι οι παλαιότεροι πίστευαν ότι θα βοηθήσουν τη βλάστηση και πάλι να οργιάσει.

Ο χορός είναι το δεύτερο απαραίτητο συστατικό. Τα χτυπήματα των ποδιών στο έδαφος σκοπό έχουν να διεγείρουν την καρποφορία. Επίσης συμβολίζουν τη διέλευση των πνευμάτων της βλάστησης. Την Κυριακή της Αποκριάς ο χορός γίνεται συνήθως γύρω από τους φανούς, τις μεγάλες φωτιές που ανάβονται σε αλάνες και πλατείες. Το κάψιμο του καρνάβαλου που γίνεται σε πολλές περιοχές συμβολίζει το τέλος μιας εποχής. Άλλωστε στην Παράδοση οι φωτιές έχουν καθαρτήριο και μεταβατικό ρόλο από τη μία εποχή ή κατάσταση σε κάποια άλλη. Τέλος, το ασταμάτητο φαγοπότι σύμφωνα με τον λαογράφο Λουκάτο έχει «ομοιοπαθητική» λειτουργία: Όπως τα τραπέζια είναι πλούσια με φαγητά έτσι προσδοκούν και η φύση πλούσια να καρποφορήσει.

Οι συνήθειες αυτές του παρελθόντος, που ήταν πολύ σημαντικές για τους ανθρώπους καθώς αποσκοπούσαν στη μαγική επίκληση της καρποφορίας της γης, όσο κι αν πολεμήθηκαν κατά καιρούς από τη θρησκεία δεν κατάφεραν, όπως ήταν αναμενόμενο, να εξαλειφθούν. Έτσι, η θρησκεία ενσωμάτωσε την περίοδο της Αποκριάς και στα δικά της έθιμα, ως μία περίοδο προετοιμασίας για τη δύσκολη και επίπονη περίοδο της Σαρακοστής. Η προετοιμασία αυτή συντελείται σε τρεις εβδομάδες, το λεγόμενο Τριώδιο. Η πρώτη εβδομάδα, που ξεκινά την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου, ονομάζεται Προφωνέσιμη, γιατί την εβδομάδα εκείνη προσφωνούσαν την αρχή της Αποκριάς και προέτρεπαν τις νοικοκυρές να εφοδιαστούν με τα απαραίτητα τρόφιμα. Η δεύτερη εβδομάδα ήταν η Κρεατινή, κατά τη διάρκεια της οποίας καταναλωνόταν κρέας -μέρος της οποίας είναι και η Τσικνοπέμπτη- και η τρίτη εβδομάδα είναι η Τυρινή, γιατί επιτρέπεται η κατανάλωση τυριού και γαλακτοκομικών προϊόντων. Η Κυριακή της Αποκριάς αποτελεί την τελευταία μέρα του ξέφρενου γλεντιού και ακολουθεί η εισαγωγή στη νηστεία της Σαρακοστής.

Ο οργιαστικός χαρακτήρας αυτής της περιόδου σκοπό έχει την εκτόνωση των παθών των ανθρώπων πριν από τη μακριά και επίπονη περίοδο της Σαρακοστής. Σε αντίθεση με την ξέφρενη περίοδο της Αποκριάς που προηγείται, η περίοδος της Σαρακοστής είναι ο χώρος μέσα στον οποίο ορίζει η χριστιανική θρησκεία τη μεγαλύτερη και αυστηρότερη νηστεία του έτους. Είναι η περίοδος όπου ο άνθρωπος, απαλλαγμένος πια από τις επιταγές του σώματος που εκτονώθηκαν την περίοδο της Αποκριάς, αποζητά μία βαθύτερη πνευματικότητα, που θα τον οδηγήσει στην Ανάσταση και το Πάσχα.

Πηγές:

Λουκάτος, Δ. Εισαγωγή στην Ελληνική Λαογραφία, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα: 1992

Μέγας, Γ. Ελληνικές Γιορτές και Έθιμα της Λαϊκής Λατρείας, Εστία, Αθήνα: 2005

Έρευνα-Συγγραφή: Παναγιώτα Μωυσιάδου

Εικόνες