Κωνσταντίνος Καρυωτάκης

Ο Κωνσταντίνος Καρυωτάκης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές και πεζογράφους. Το στίγμα του στην νεοελληνική ποίηση υπήρξε τόσο ισχυρό ώστε δημιούργησε ποιητικό ρεύμα, τον επονομαζόμενο καρυωτακισμό. Το όνομά του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την αυτοκτονία του με περίστροφο στα 32 του χρόνια. 

Γεννήθηκε το 1896 στην Τρίπολη της Αρκαδίας. Πατέρας του ήταν ο νομομηχανικός Γεώργιος Καρυωτάκης, μητέρα του η Αικατερίνη Σκάγιαννη. Είχε έναν αδερφό και μια αδερφή. Το επάγγελμα του πατέρα του παρείχε στην οικογένεια μια οικονομικά άνετη ζωή, με αποτέλεσμα τα παιδιά να πάρουν την καλύτερη δυνατή μόρφωση. Χάρη στις συνεχείς μεταθέσεις του πατέρα του ο Καρυωτάκης γνώρισε αρκετά μέρη από μικρή ηλικία. Ανάμεσα σε αυτά και τα Χανιά της Κρήτης, όπου και αποφοίτησε από το Γυμνάσιο.

Η κλίση του στη συγγραφή και η αγάπη του γι’ αυτή φάνηκε ήδη από νεαρή ηλικία. Το 1910, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, βραβεύεται στον διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Διάπλασις των Παίδων. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Νομική Αθηνών ξεκινάει τη συνεργασία του με διάφορα λαϊκά περιοδικά όπου και εκδίδει τα ποιήματά του, κάποια από τα οποία δέχονται επαινετικά σχόλια. Μετά την αποφοίτησή του από τη σχολή της Νομικής -και αφού δοκιμάζει χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία να εργαστεί ως δικηγόρος- αποφασίζει να διεκδικήσει θέση δημοσίου υπαλλήλου. Καταφέρνει να διοριστεί αρχικά στη Θεσσαλονίκη και έπειτα σε δημόσιες υπηρεσίες διάφορων νομών. Οι διαρκείς μεταθέσεις είναι κάτι που δεν τον ευχαριστεί.

Το έργο του συνοψίζεται σε τρεις ποιητικούς τόμους, μερικά πεζά και σε μεταφράσεις σημαντικών λογοτεχνών της εποχής του. Η πρώτη του ποιητική συλλογή Ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων εκδίδεται το 1919, την ίδια περίοδο που ξεκινά και η κυκλοφορία του σατιρικού περιοδικού Γάμπα που εκδίδει μαζί με τον Άγη Λεβέντη. Η κυκλοφορία του περιοδικού θα απαγορευτεί μετά από έξι τεύχη. 

Το 1922 εκδίδει την ποιητική συλλογή Νηπενθή και γράφει μαζί με τον Σακελλαριάδη τη θεατρική επιθεώρηση Πελ-Μελ, η οποία όμως δεν ανέβηκε. Έναν χρόνο αργότερα μετατίθεται στη Νομαρχία Αττικής όπου γνωρίζει τη Μαρία Πολυδούρη και συνάπτουν ερωτική σχέση. Η σχέση τους όμως δε διαρκεί πολύ γιατί ο Καρυωτάκης μαθαίνει ότι πάσχει από σύφιλη -κάτι που ποτέ δεν παραδέχτηκε το οικογενειακό του περιβάλλον, προφανώς επειδή η ασθένεια αυτή θεωρούνταν κοινωνικό στίγμα

Τα επόμενα χρόνια συνεχίζονται οι μεταθέσεις στη δουλειά του, δημοσιεύει ποιήματά του σε γνωστά περιοδικά (Νέα Εστία, Νεοελληνική Τέχνη, Μπουκέτο) και συμμετέχει στη συντακτική ομάδα του περιοδικού Εμείς. Το 1927 εκδίδει την ποιητική συλλογή  Ελεγεία και Σάτιρες. Το 1928 κορυφώνεται η συμμετοχή του στους συνδικαλιστικούς αγώνες με την εκλογή του ως Γενικός Γραμματέας του Δ.Σ. της Ενώσεως Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών. Συγκρούεται με τον προϊστάμενο της υπηρεσίας του και συμμετέχει σε απεργιακούς αγώνες. Εν είδει τιμωρίας ακολουθούν μεταθέσεις του στην Πάτρα κι έπειτα στην Πρέβεζα, πράγμα που δυσαρεστεί ιδιαίτερα τον Καρυωτάκη. Στην Πρέβεζα αποφασίζει τελικά να δώσει τέλος στη ζωή του αυτοκτονώντας με ένα περίστροφο στις 21 Ιουλίου του 1928. 

Με βάση το σημείωμα που βρέθηκε πάνω του μετά την αυτοκτονία, οδηγήθηκε σε αυτή την πράξη πιθανώς επειδή νοσούσε από μια ανίατη αρρώστια ή επειδή κατηγορήθηκε άδικα για μια πράξη που ο ίδιος χαρακτηρίζει χυδαία. Επίσης αποκαλύπτει την πρόθεσή του να φύγει από τη ζωή μέσω πνιγμού, πράγμα που όπως περιγράφει ο ίδιος στάθηκε αδύνατο -παρά τις 10 ώρες προσπάθειας- καθότι ήταν πολύ καλός κολυμβητής. 

Η ποίηση του Καρυωτάκη, βαθιά συναισθηματική, απαισιόδοξη, με έντονα σαρκαστική και αυτοσαρκαστική διάθεση, αποπνέει μιαν αίσθηση ματαιότητας και νοσταλγίας. Από πολλούς θεωρείται ως ο ποιητής που πρώτος εισήγαγε στοιχεία του μοντερνισμού στην νεοελληνική ποίηση.  Είναι ένας αντιήρωας που αγωνίστηκε ηρωικά για τα πιστεύω του.

 

Εικόνες