
Κουρμπάνια: Η τελετουργία και η σημασία τους
Κάθε χρόνο, στις αρχές του Ιουλίου στην Αγία Παρασκευή της Λέσβου αναβιώνει το έθιμο της ταυροθυσίας (κουρμπάνι), προς τιμήν του προστάτη της περιοχής, του Αγίου Χαράλαμπου. Οι εορτασμοί διαρκούν τέσσερις μέρες και συγκεντρώνουν πλήθος κόσμου που συρρέει στο νησί προσδοκώντας να παρακολουθήσει αυτό το περίεργο έθιμο.
Στην πραγματικότητα το έθιμο δεν είναι μοναδικό στον ελλαδικό χώρο, ούτε καν στο νησί της Λέσβου. Ανάλογη ταυροθυσία γίνεται στο πανηγύρι του Ταξιάρχη στο Μανταμάδο της Λέσβου. Επίσης κοινότητες της Θράκης τηρούν την αναβίωσή του, με πολλούς να υποστηρίζουν ότι το έθιμο ήρθε μαζί με τους πρόσφυγες από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία.
Οι θυσίες ζώων ωστόσο είναι συνήθεια που βρίσκουμε και στην αρχαία ελληνική κοινωνία. Ο αρχαίοι Έλληνες πρόσφεραν ζώα στους θεούς τους για να τους εξευμενίσουν ή να τους καλοπιάσουν σε κάποια τελετή προς τιμήν τους ή πριν από κρίσιμες στιγμές (έναρξη πολέμου).
Στις μέρες μας δε μιλάμε πια για τελετουργικές θυσίες αλλά για “κουρμπάνια”. Η λέξη “κουρμπάνι” -με ρίζες τουρκικές ή εβραϊκές κατ’ άλλους- σημαίνει τόσο θυσιαστική τελετή όσο και το ίδιο το θύμα. Το κουρμπάνι αγοράζεται από ένα μέλος της κοινότητας που το έχει κάνει τάμα και προσφέρεται προς τιμήν του εκάστοτε Αγίου. Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι τα κουρμπάνια είναι κατάλοιπα των τελετών των αρχαίων Ελλήνων που η εκκλησία, μην μπορώντας να τις εξαλείψει, τελικά τις ενσωμάτωσε και στη δική της λατρεία, γι’ αυτό και ο ρόλος του παπά είναι πολύ σημαντικός. Εκείνος ευλογεί το θύμα με ειδική ευχή κι έτσι το κρέας θεωρείται αγιασμένο. Επίσης η θυσία παλαιότερα πολλές φορές γινόταν στον περίβολο της εκκλησίας. Τα κουρμπάνια ήταν πολύ σημαντικά για τις κοινότητες γιατί ήταν μια ευκαιρία για καλό φαγητό και γλέντι, κάτι που δε γινόταν συχνά.
Το ζώο που επιλέγεται για το κουρμπάνι είναι κυρίως ταύρος. Πρέπει να είναι δυνατός, νεαρός, ανευνούχιστος και να μην έχει μπει ποτέ του σε ζυγό. Μαζί με τον ταύρο πολλές φορές σφάζονται αρνιά, τράγοι, κριάρια ή και μικρότερα ζώα. Το ζώο σε κάποιες περιοχές στολίζεται και περιφέρεται σε όλο το χωριό με συνοδεία μουσικής. Σε κάποιες άλλες οδηγείται απευθείας στον τόπο της θυσίας. Ο παπάς διαβάζει μια ευχή κι αμέσως μετά το ζώο θανατώνεται. Το αίμα του θεωρείται φυλαχτό γι’ αυτό όλοι σπεύδουν να βουτήξουν βαμβάκι, που έπειτα θα πάρουν σπίτι τους, ή να κάνουν στο μέτωπό τους το σημείο του σταυρού.
Κατόπιν το ζώο γδέρνεται, τεμαχίζεται και μαγειρεύεται σε μεγάλα καζάνια. Σε πολλές περιοχές το μαγειρεύουν με σιτάρι ή κριθάρι, το λεγόμενο “κισκέτς”. Σε περιοχές της Αττικής συνήθως το μαγειρεύουν στιφάδο, πιστεύοντας ότι τα πολλά στρώματα των κρεμμυδιών συμβολίζουν την αναγέννηση ή την κυκλική επάνοδο της ζωής. Μετά το κοινό γεύμα ακολουθεί γλέντι.
Ο Αικατερινίδης στη μελέτη του Νεοελληνικές Αιματηρές Θυσίες κάνει λόγο για συγκεκριμένα είδη θυσιών, που τις χωρίζει σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Τις ημερολογιακές και τις περιστασιακές. Οι ημερολογιακές περιλαμβάνουν θυσίες ιδιωτικές και δημόσιες. Τελούνταν με την ευκαιρία κάποιας χριστιανικής γιορτής, για τη γιορτή του προστάτη αγίου ή σε εξωεκκλησιαστικές περιπτώσεις όπως είναι ο θερισμός, ο αλωνισμός, η Πρωτομαγιά.
Οι περιστασιακές θυσίες έχουν πάλι χαρακτήρα δημόσιο και ιδιωτικό και σχετίζονται με α. τον κύκλο της ζωής (γάμος, τοκετός, θάνατος), β. τη θεμελίωση κτισμάτων (σπίτια, γέφυρα, ναυπήγηση πλοίου), γ. την αποτροπή κακού (αρρώστια, ανομβρία), δ. τάματα, ε. την ανεύρεση θησαυρού.
Πολλές από αυτές τις θυσίες καθιερώθηκαν σε διάφορες περιοχές όταν μια θυσία σε μια δύσκολη περίοδο λειτούργησε αποτρεπτικά για το κακό. Μαρτυρία που έρχεται από χωριό της Καστοριάς μιλά για εξάλειψη αρρώστιας μετά τη θυσία ενός μικρού ταύρου. Μετά την καθιέρωση του κουρμπανιού τηρούνταν κάθε χρόνο ανελλιπώς υπό τον φόβο ότι η διακοπή του θα επαναφέρει το κακό.
Από τα κουρμπάνια που περιγράφει ο Αικατερινίδης έχουν εξαλειφθεί αυτά που είχαν ιδιωτικό και περιστασιακό χαρακτήρα. Διατηρούνται τα κουρμπάνια μόνο σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, σταματώντας πια να θυσιάζουν το ζώο σε κοινή θέα αλλά σε σφαγεία, όπως ορίζουν οι νόμοι του κράτους. Η κοινή εστίαση επίσης απουσιάζει γιατί συνήθως οι παρευρισκόμενοι παίρνουν το φαγητό στο σπίτι τους. Ωστόσο το μαγείρεμα στα καζάνια και το γλέντι ανήμερα της γιορτής του αγίου συνεχίζονται μέχρι και στις μέρες μας.
Πηγές:
Αικατερινίδης, Γ, Νεοελληνικές αιματηρές θυσίες, Διδακτορική διατριβή, Αθήνα: 1979
Αλεξάκης, Ελ., Εθνολογικές παρατηρήσεις στα Κορμπάνια της ΝΑ Αττικής, emena.gr/wp-content/uploads/2009/01/465-490_alexakis.pdf
Γκλαβένος, Κ, Το κουρμπάνι, κατάλοιπο ειδωλολατρικών θυσιών, medusa.libver.gr/jspui/bitstream/123456789/3788/69/bitstream_15757.pdf
Έρευνα-Συγγραφή: Παναγιώτα Μωυσιάδου