Γεώργιος Βιζυηνός

Ο Γεώργιος Βιζυηνός είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες και χαρακτηρίζεται ο πατέρας του ελληνικού διηγήματος. Η διεισδυτική του ματιά στην ψυχοσύνθεση των ηρώων του, ο ουμανισμός και η πολυπολυτισμικότητα που εκφράζεται στο έργο του τον καθιστούν επίκαιρο και πολυδιαβασμένο ακόμη και στις μέρες μας. 

Γεννήθηκε στη Βιζύη -το σημερινό Βιζέ της Τουρκίας- το 1849. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Σύρμας. Έχασε σε μικρή ηλικία τον πατέρα του και σταδιακά τα τέσσερα αδέρφια του. Λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης της οικογένειάς του, σε ηλικία δέκα ετών στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη για να μάθει την τέχνη της ραπτικής. Όταν πια ενηλικιώνεται, το 1868, ταξιδεύει στην Κύπρο όπου, ως προστατευόμενος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Σωφρονίου Β΄, σπουδάζει στην Ελληνική Σχολή Λευκωσίας. Το 1872 επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη και εγγράφεται στη Θεολογική σχολή Χάλκης. Έναν χρόνο αργότερα εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Ποιητικά Πρωτόλεια

Η μετεγκατάστασή του στην Αθήνα το 1874 συνοδεύεται από τη βράβευσή του σε δύο διαγωνισμούς για την ποιητική συλλογή Βοσπορίδαι Αύραι και το θεατρικό έργο Κόρδος. Όντας προστατευόμενος του εύπορου Γεωργίου Ζαρίφη ο οποίος χρηματοδοτεί τις σπουδές του, έναν χρόνο αργότερα μεταβαίνει στη Γερμανία όπου σπουδάζει φιλοσοφία και φιλολογία. Τα μαθήματα που κάνει στη φιλοσοφία και την ψυχολογία επηρεάζουν βαθύτατα τον τρόπο συγγραφής του αλλά και θέασης των ηρώων του. Οι σπουδές του τελειώνουν με τη διδακτορική εργασία με τίτλο Το παιδικό παιχνίδι υπό άποψη ψυχολογική και παιδαγωγική

Το 1879, έχοντας επιστρέψει πια στην Ελλάδα, δημοσιεύει το πρώτο του διήγημα στο περιοδικό «Εστία» με τίτλο Το αμάρτημα της μητρός μου. Είναι ένα διήγημα που περιγράφει πραγματικά γεγονότα, καθώς αναφέρεται στον θάνατο της αδερφής του Αννιώ. Η συνεργασία του με την «Εστία» εδραιώνεται και δημοσιεύει το διήγημα Ποιος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου, το οποίο αναφέρεται στη δολοφονία του αδελφού του Χρηστάκη. Με αυτά τα διηγήματα γίνεται γνωστός ως συγγραφέας και το έργο του αποκτά μεγάλη αναγνώριση. Παράλληλα εργάζεται ως καθηγητής Γυμνασίου και γράφει σχολικά βιβλία. Ακολουθεί το διήγημα Το μόνο της ζωής του ταξείδιον

Το 1885 εκλέγεται υφηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην έδρα της Ιστορίας της Φιλοσοφίας με το έργο του Η φιλοσοφία του καλού παρά τω Πλωτίνω. Τον επόμενο χρόνο εκδίδει ένα από τα πιο γνωστά διηγήματά του, τον Μοσκώβ Σελήμ. Δυστυχώς το 1892 εισάγεται στο Δρομοκαϊτειο, όπου τελικά θα αφήσει την τελευταία του πνοή το 1896.

Το έργο του, γραμμένο σε καθαρή και καλοδουλεμένη καθαρεύουσα, είναι πρωτοποριακό για την εποχή του, γιατί καταφέρνει να αναδείξει τους ήρωές του απογυμνωμένους από τους περιορισμούς του φύλου, της εθνικότητας και της θρησκείας και να τους αναδείξει ως ανθρώπινα όντα. 

 

Εικόνες