
Η περιπετειώδης διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου
Η διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου είναι ένα έργο που προβλημάτιζε τους κατοίκους της περιοχής από την αρχαιότητα. Τα μέσα όμως της εποχής δεν επέτρεπαν η φιλοδοξία να γίνει πραγματικότητα. Ωστόσο το 1869 η κυβέρνηση Ζαΐμη βρήκε τους πόρους για να θέσει σε εφαρμογή το μεγαλεπήβολο όνειρο χρόνων.
Σε αρχαία συγγράμματα συναντάμε ως πρώτο εμπνευστή της διώρυγας της Κορίνθου τον τύραννο της Κορίνθου, Περίανδρο, το 602 π.Χ. Η αδυναμία του να υλοποιήσει ένα τόσο δύσκολο έργο και οι φόβοι του εξαιτίας των χρησμών της Πυθίας, ότι αν σκάψει τον ισθμό θα δημιουργηθεί οργή θεών, τον ώθησαν να δημιουργήσει μια πρωτότυπη κατασκευή για τη διέλευση των καραβιών από ξηράς. Στη θέση που σήμερα βρίσκεται η διώρυγα ο Περίανδρος εγκατέστησε έναν ξύλινο «διάδρομο», τον διάσημο Δίολκο. Τα πλοία, αλειμμένα με λίπος και με τη δύναμη σκλάβων και ζώων που τα έσερναν, γλιστρούσαν πάνω στην ξυλεία κι έτσι δεν ήταν αναγκασμένα να κάνουν τον χρονοβόρο και επικίνδυνο περίπλου της Πελοποννήσου. Επιπλέον η φορολογία που εισέπραττε η Κόρινθος ήταν διόλου ευκαταφρόνητη.
Παρόλο που ο Περίανδρος δεν ξεκίνησε ποτέ τις εργασίες ανασκαφής του ισθμού, είχε θέσει τα θεμέλια μιας λαμπρής ιδέας, την οποία θα προσπαθούσαν να υλοποιήσουν όλοι οι κατακτητές της περιοχής. Προσπάθειες που απέβησαν άκαρπες έκαναν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής το 307 π.Χ και οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες Καλιγούλας, Γάιος και Ανδριανός.
Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Νέρωνας το 66 μ.Χ. ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε τις εργασίες ανασκαφής, χρησιμοποιώντας μάλιστα με συμβολικό τρόπο μία χρυσή αξίνα κατά τα εγκαίνια του έργου. Χιλιάδες σκλάβοι και δούλοι εργάστηκαν προχωρώντας αρκετά. Μάλιστα, για να γίνει το σύγχρονο έργο χρησιμοποιήθηκαν τα δοκιμαστικά πηγάδια εκείνης της εποχής. Δυστυχώς οι εργασίες σταμάτησαν όταν ο Νέρωνας μετέβη στη Ρώμη και δεν επέστρεψε ποτέ.
Προσπάθειες έγιναν επίσης από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες, τον Ηρώδη τον Αττικό και τους Ενετούς χωρίς ουσιαστικά να γίνει μεγάλη πρόοδος από το έργο που είχε αφήσει ανολοκλήρωτο ο Νέρωνας.
Στην σύγχρονη Ελλάδα, ο Καποδίστριας οραματίζεται τον ανεμπόδιστο διάπλου των πλοίων από τη διώρυγα της Κορίνθου, ανάμεσα σε όλα εκείνα τα έργα που θα εκσυγχρόνιζαν την Ελλάδα. Ο υπέρογκος προϋπολογισμός είναι κάτι που δεν επιτρέπει στο φτωχό νεοσύστατο ελληνικό κράτος να προχωρήσει στην κατασκευή. Μερικά χρόνια όμως αργότερα, το 1869, -επηρεασμένη από τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ- η ελληνική κυβέρνηση, με Πρωθυπουργό τον Ζαϊμη, αποφασίζει να δώσει το έργο σε ιδιωτική εταιρεία που ναι μεν θα επωμιζόταν όλο το κόστος, ωστόσο θα είχε το δικαίωμα της εκμετάλλευσης της διώρυγας για 99 χρόνια. Το 1870 υπογράφεται σύμβαση με Γάλλους επιχειρηματίες και ιδιώτες, η οποία δεν ευδοκίμησε. Όμως το 1882 συστήνεται η «Διεθνής Εταιρεία της Θαλάσσιας Διώρυγας της Κορίνθου» με επικεφαλής τον Ούγγρο Στέφανο Τυρ και κεφάλαιο από τη γαλλική τράπεζα.
Στις 23 Απριλίου του ίδιου έτους ξεκινούν οι εργασίες οι οποίες έμελλε να διαρκέσουν 8 χρόνια. Αρχιτέκτονες και μηχανικοί συνεργάζονται πυρετωδώς. Πάνω στον δρόμο που χάραξε ο Νέρωνας χρησιμοποιούνται μεγάλες ποσότητες δυναμίτιδας και εκρηκτικών υλών. Τελικά η εταιρεία χρεοκοπεί και το έργο μένει για ακόμη μία φορά στη μέση.
Τη συνέχιση και ολοκλήρωση της διάνοιξης της διώρυγας ανέλαβε το 1890 η Ελληνική Εταιρεία Εργοληψιών, που σημαντικό μέρος του κεφαλαίου της προερχόταν από τον Ανδρέα Συγγρό. Χρειάστηκαν 11 χρόνια, χιλιάδες εργάτες και εκατοντάδες τόνοι εκρηκτικών υλών για να γίνουν επιτέλους τα εγκαίνια στις 25 Ιουλίου του 1893.
Το μήκος της διώρυγας είναι 6.343 μέτρα, το πλάτος στην επιφάνεια της θάλασσας 24,6 μέτρα και το βάθος 8 μέτρα. Παρόλο που για τα εμπορικά πλοία της εποχής η διώρυγα ήταν μεγάλης σημασίας, οι διαστάσεις της και το μέγεθος των σύγχρονων πλοίων την καθιστούν προσπελάσιμη μόνο από μικρά πλοία και όχι από αυτά που προορίζονται για μεταφορά εμπορευμάτων. Ωστόσο κάθε χρόνο περνούν από τα στενά της 12 με 15 χιλιάδες πλοία.
Η διώρυγα παρέμεινε κλειστή, όταν οι Γερμανοί, κατά την αποχώρησή τους από τη χώρα μας μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου το 1944, ανατίναξαν τα τοιχώματά της, με αποτέλεσμα μεγάλοι όγκοι βράχων να εμποδίζουν τη διέλευση για πέντε χρόνια.