Πολεμικές αναμετρήσεις της Επανάστασης

Το χάνι της Γραβιάς

Μετά την ήττα των Ελλήνων στην Αλαμάνα ο πασάς Ομέρ Βρυώνης και ο πασάς Κιοσέ Μεχμέτ αποφασίζουν να κατέβουν στην Πελοπόννησο για να ενισχύσουν τον οθωμανικό στρατό. Η πορεία που ακολουθούν ωστόσο περιλαμβάνει και την Ανατολική Στερεά, μέχρι το Γαλαξίδι,  για να ενδυναμώσουν τις αμυντικές γραμμές. Ο στρατός του αποτελείται από 7000-8000 στρατιώτες.

Οι Έλληνες οπλαρχηγοί ενημερώνονται για αυτή τη διαδρομή, η οποία γνωρίζουν ότι περνά υποχρεωτικά ανάμεσα από την Γκιώνα και τον Παρνασσό. Σε αυτό το πέρασμα βρίσκεται και το «Χάνι της Γραβιάς», ένα πέτρινο πανδοχείο που σε καιρούς ειρήνης χρησίμευε για να ξεκουράζονται οι ταξιδιώτες. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος υποστηρίζει ότι εκεί πρέπει να στήσουν την ενέδρα τους στον οθωμανικό στρατό. Αντίθετη άποψη έχουν ο Δυοβουνιώτης και ο Πανουργιάς, οι οποίοι τελικά στρατοπεδεύουν στους πρόποδες των βουνών, φοβούμενοι την αριθμητική υπεροχή των Τούρκων. Ο Ανδρούτσος με 120 άντρες οχυρώνονται μέσα στο πέτρινο κτίριο και το διαμορφώνουν σε φρούριο. Ανοίγουν τρύπες στους τοίχους για τις κάννες των όπλων τους και περιμένουν τους αντιπάλους.

Στις 8 Μαϊου του 1821 ξεκινάει η πολιορκία των Ελλήνων στο «Χάνι της Γραβιάς», η οποία διαρκεί όλη μέρα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν αρκετοί Τούρκοι και 6 Έλληνες. Τα πυρά σταματούν το βράδυ, όμως ο Ανδρούτσος καταλαβαίνει ότι αυτό δεν είναι καλό προμήνυμα. Υποψιάζεται ότι ο Ομέρ Βρυώνης περιμένει να του φέρουν κανόνια για να τους ανατινάξει. Έτσι, αποφασίσει έξοδο τα ξημερώματα της 9ης Μαϊου. Οι Τούρκοι αιφνιδιάζονται και χάνουν πολλούς στρατιώτες, ενώ ο Ανδρούτσος και οι άντρες του καταφέρνουν να φτάσουν σώοι στα στρατόπεδα των Δυοβουνιώτη και Πανουργιά. Η μάχη στο «Χάνι της Γραβιάς» μπορεί να μην ήταν άλλη μια νίκη για τους Έλληνες ήταν όμως σημαντική για την ενίσχυση του ηθικού τους. Επιπλέον με τη μάχη αυτή έδειξαν στους Τούρκους ότι ο αγώνας τους δεν ήταν απλά μια εξέγερση αλλά ένας ουσιαστικός αγώνας για την ελευθερία τους.

Η απελευθέρωση της Τριπολιτσάς

Τα πρώτα μέρη που απελευθερώθηκαν με το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 ήταν η Μάνη και η Καλαμάτα. Γρήγορα οι οπλαρχηγοί των Ελλήνων αντιλήφθηκαν ότι για να διατηρήσουν αυτά τα μέρη ελεύθερα αλλά και για να συνεχίσουν την απελευθέρωση κι άλλων φρουρίων και πόλεων στην Πελοπόννησο έπρεπε να καταλάβουν την Τριπολιτσά. Η Τριπολιτσά (η σημερινή Τρίπολη) ήταν ένα υψίστης σημασίας κάστρο λόγω της στρατηγικής θέσης που κατείχε. Ήταν διοικητικό κέντρο της περιοχής με πολύ μεγάλο πλούτο και ισχυρή στρατιωτική δύναμη. Εκεί βρισκόταν συγκεντρωμένος ο μισός τούρκικος πληθυσμός της ευρύτερης περιοχής.

Η κατάληψη της πόλης λοιπόν τέθηκε επί τάπητος, με τον Κολοκοτρώνη να υποστηρίζει ότι έπρεπε να δράσουν γρήγορα, θέλοντας να εκμεταλλευτεί και την απουσία του Χουρσίτ πασά στα Γιάννενα. Παρόλο που οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί ήταν διστακτικοί, η πολιορκία της πόλης ξεκίνησε στα μέσα του Απρίλη του 1821. Σκοπός ήταν να κοπούν οι επικοινωνίες της πόλης αλλά και ο ανεφοδιασμός της. Στρατόπεδα στήνονται στα γύρω βουνά και εξελίσσονται πολλές μάχες. Του αγώνα ηγούνται οι Κολοκοτρώνης, Αναγνωσταράς, Γιατράκος, Μαυρομιχάλης. Καθοριστικής σημασίας είναι η μάχη στο Βαλτέτσι όπου οι Έλληνες κατάφεραν να νικήσουν τον Οθωμανικό στρατό, γεγονός που αναπτέρωσε το ηθικό τους. Για να εμποδίσει τυχόν βοήθεια από την Αθήνα, ισχυρή στρατιωτική δύναμη Ελλήνων στέλνεται στα Μέγαρα.

Η πολιορκία κράτησε πολλούς μήνες και τελικά τα τρόφιμα της πόλης άρχισαν να εξαντλούνται και οι αρρώστιες να ταλαιπωρούν τον πληθυσμό της. Οι στρατιωτικές γραμμές των Ελλήνων ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο και οι στρατιώτες αριθμούσαν πλέον τους 10000. Τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους η πόλη έπεσε στα χέρια των Ελλήνων. Τη χαρά της νίκης αμαύρωσαν οι βιαιοπραγίες των Ελλήνων στρατιωτών οι οποίοι σφαγίασαν άκριτα το μεγαλύτερο μέρος του τούρκικου πληθυσμού. Μετά την κατάληψη ήρθαν στα χέρια των Ελλήνων πολλά όπλα τα οποία υπήρξαν πολύτιμα για τη συνέχεια του αγώνα.

Η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου

Τον Απρίλιο του 1825 ξεκινάει η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου με επικεφαλής τον Κιουταχή. Η κατάληψη της πόλης ήταν μεγάλης σημασίας για τους Τούρκους γιατί από εκεί περνούσε ο ένας από τους δυο δρόμους που πήγαιναν στην Πελοπόννησο.

Η πόλη είχε καλή οχύρωση, με ψηλά τείχη και τάφρους. Αποτελούσε την έδρα του Μαυροκορδάτου. Εκεί είχαν βρει καταφύγιο ο λόρδος Μπάιρον, αρκετοί Φιλέλληνες και πρόσφυγες από τις γύρω περιοχές. Αρχικά τα ελληνικά πλοία, καθοδηγούμενα από τον Μιαούλη, κατάφερναν να ξεφεύγουν από τον οθωμανικό στόλο και να ανεφοδιάζουν τους πολιορκημένους. Ωστόσο αυτό άλλαξε τον Δεκέμβριο του 1825, όταν το στράτευμα των Οθωμανών ενίσχυσε ο Ιμπραήμ Πασάς με τον στρατό του. Ο ίδιος ανέλαβε την ηγεσία και οργάνωσε καλύτερα την πολιορκία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην είναι πια εφικτός ο ανεφοδιασμός. Μετά από έναν χρόνο αδιάκοπης πολιορκίας, το βράδυ της 10ης Απριλίου του 1826, οι πολιορκημένοι, εξαντλημένοι από τις ασθένειες και την έλλειψη τροφής, χωρίς πολεμοφόδια, αποφασίζουν να βγουν από την πόλη. Το σχέδιό τους είχε ως εξής: Θα χωριζόντουσαν σε τρεις ομάδες για να κάνουν την έξοδο. Οι ένοπλοι θα προστάτευαν τα γυναικόπαιδα. Όσοι δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν θα έμεναν στην πόλη και μόλις έμπαιναν οι πολιορκητές θα έβαζαν φωτιά στις μπαρουταποθήκες.

Δυστυχώς οι πολιορκημένοι έγιναν αντιληπτοί κατά την έξοδό τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ελάχιστοι να καταφέρουν να σωθούν. Η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς και τα γυναικόπαιδα πουλήθηκαν ως σκλάβοι. Η πολύχρονη πολιορκία και η θαρραλέα έξοδος των πολιορκημένων έγινε γνωστή σε όλη την Ευρώπη και προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση.

Η ναυμαχία του Ναυαρίνου

Ο αγώνας των Ελλήνων για την ελευθερία τους  διήρκησε πολλά χρόνια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εξουθένωση των στρατευμάτων, που οδήγησε σε ήττες των Ελλήνων. Το 1827, η Πελοπόννησος ήταν η μόνη περιοχή που αντιστεκόταν ακόμη στον οθωμανικό στρατό, προσπαθώντας να διατηρήσει τη φλόγα της Επανάστασης ζωντανή.

Θετική εξέλιξη για την πορεία και την έκβαση της Επανάστασης αποτέλεσε η απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων να ενισχύσουν των αγώνα των Ελλήνων. Μάλιστα, στις 24 Ιουνίου του 1827 η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία υπογράφουν συνθήκη με την οποία ορίζουν τη δημιουργία ελληνικού κράτους, με όρια τον Παγασητικό και τον Αμβρακικό κόλπο. Επιπλέον συμφωνούν μεταξύ τους ότι, αν η ελληνική ή τουρκική πλευρά δε συμφωνεί με την απόφαση, θα αναγκαστεί να πειθαρχήσει.

Η ελληνική πλευρά αποδέχτηκε τους όρους της συμφωνίας όμως ο Σουλτάνος αρνήθηκε να παραχωρήσει εδάφη του για τη δημιουργία ελληνικού κράτους, συνεχίζοντας μάλιστα τις πολεμικές συγκρούσεις στην Πελοπόννησο με επικεφαλής τον Ιμπραήμ πασά. Έτσι φτάνουμε στον Οκτώβριο του 1827, όπου ο συμμαχικός στόλος φτάνει στη λιμνοθάλασσα του Ναυαρίνου, χωρίς όμως να καταφέρει να ανακόψει τη πορεία των τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων. Ο Κόδριγκτον, που ηγείτο της επιχείρησης, προειδοποιεί τον Ιμπραήμ ότι ο συμμαχικός στόλος βρίσκεται στην περιοχή για να επιβάλει την ειρήνη και γι’ αυτόν τον λόγο θα έπρεπε να μη μεταφερθεί στρατός στην υπόλοιπη Πελοπόννησο. Ο Ιμπραήμ παράκουσε τις εντολές κι έτσι ξεκίνησαν τα πυρά ανάμεσα στον συμμαχικό και τουρκοαιγυπτιακό στρατό. Παρόλο που ο συμμαχικός στόλος με αρχηγούς τους Κόδριγκτον, Δεριγνύ και Χέυδεν υστερούσε αριθμητικά σε πλοία και άντρες κατάφερε μέσα σε μια μέρα να διαλύσει τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο. Η ναυμαχία αυτή έκανε ξεκάθαρη πλέον την ανάμειξη των Μεγάλων Δυνάμεων και έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία του ελληνικού κράτους.

Εικόνες